Ο Κλεάνθης παραδίδει τη μικρή Ελευθερία στη Χλόη λίγο πριν πεθάνει στη σειρά Άγιος Έρωτας

Άγιος Έρωτας: Ο Κλεάνθης πεθαίνει λυτρωμένος, χαρίζοντας τη ζωή πίσω στη Χλόη

Υπάρχουν αποχαιρετισμοί που δεν χωράνε σε λέξεις. Ο Κλεάνθης δεν φεύγει απλώς από τη ζωή. Φεύγει αφήνοντας πίσω του ένα ίχνος δικαιοσύνης, σαν να προσπαθεί την ύστατη στιγμή να διορθώσει όσα δεν πρόλαβε. Όταν μαθαίνει ότι ο Χάρης δεν είναι παιδί του, αλλά γιος του Αντρέα Ιωάννου, το χτύπημα είναι θανάσιμο. Όχι μόνο για την ψυχή του, αλλά και για το σύστημα αξιών που έχτισε μια ζωή. Ο κόσμος του γκρεμίζεται και μαζί του, κάθε βεβαιότητα που είχε για το αίμα, την οικογένεια, τον Θεό.

Η αντίδρασή του, όμως, δεν είναι ο θυμός. Είναι η πράξη. Ο Κλεάνθης εξαφανίζεται από τη Στέρνα, μόνο και μόνο για να κάνει το τελευταίο του βήμα ως άνθρωπος που ήθελε να φύγει με ήσυχη συνείδηση. Εντοπίζει τη Χλόη, τον Πόπη και τον Γιάννο, τους φέρνει πίσω στη Στέρνα και στήνει το δικό του αντίο. Όχι με λέξεις, αλλά με πράξεις που ξαναδίνουν νόημα στη ζωή μιας γυναίκας που έχασε τα πάντα.

Στη σκηνή που παραδίδει την Ελευθερία στη Χλόη, ο χρόνος μοιάζει να σταματά. Είναι η πιο καθαρή στιγμή του, η πιο ανθρώπινη. Το βλέμμα του γεμάτο λύτρωση, η φωνή του σχεδόν ψίθυρος. Η Χλόη, με το παιδί στην αγκαλιά, ξαναβρίσκει τον παλμό της ζωής, χωρίς να ξέρει ότι αυτή η συνάντηση είναι το κύκνειο άσμα του Κλεάνθη.

Κι έπειτα έρχεται ο σεισμός. Ένας σεισμός που δεν είναι μόνο φυσικός, αλλά και ηθικός, συμβολικός, καταλυτικός. Τα πάντα καταρρέουν – σπίτια, σχέσεις, ψυχές. Η Χλόη και η μικρή Ελευθερία εγκλωβίζονται στα συντρίμμια, ενώ ο πατήρ Νικόλαος αποδεικνύει τι σημαίνει θυσία. Εκείνος σώζει, εκείνος πληρώνει. Την ώρα που ο κόσμος γκρεμίζεται, εκείνος γίνεται το θεμέλιο που απομένει.

Ο Κλεάνθης, λίγο πριν το τέλος, κατάφερε κάτι που δεν κατάφερε ποτέ όσο ζούσε. Να δώσει ελπίδα. Το δώρο του δεν είναι απλώς η Ελευθερία. Είναι η λύτρωση – για όλους.