Κάθε τηλεοπτική ιστορία έχει μια στιγμή που τα βλέμματα παγώνουν, γιατί κάτι βαθύτερο αλλάζει. Στο τελευταίο επεισόδιο του «Να μ’ αγαπάς», αυτή η στιγμή ήρθε όταν η Ζωή, πεταγμένη στον δρόμο από τον ίδιο της τον άντρα, αρνήθηκε να σπάσει. Ο Θεόφιλος πίστεψε πως την είχε τελειώσει. Μα εκείνη μέσα στα ερείπια βρήκε κάτι που δεν περίμενε ούτε η ίδια. Μια δύναμη που δεν μοιάζει με θυμό ή εκδίκηση, αλλά με επίγνωση. Και αυτή η επίγνωση τρομάζει περισσότερο από κάθε φωνή.
Η Ζωή ξεκινά από το μηδέν, όχι ως θύμα αλλά ως επιζήσασα. Το καταφύγιό της, η κάβα του Ευριπίδη, γίνεται το πρώτο σημάδι μιας ζωής που αρχίζει ξανά, ήρεμα, αλλά με αποφασιστικότητα. Και κάπου εκεί ο Άγγελος, ο μοναδικός άνθρωπος που βλέπει πίσω από τις πληγές της, γίνεται σύμμαχος, όχι σωτήρας. Αυτή η σχέση δεν βασίζεται σε ανάγκη αλλά σε εμπιστοσύνη, και αυτό είναι που κάνει τον Θεόφιλο να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του.
Όταν ο φόβος αλλάζει στρατόπεδο
Η Σοφία, πιστή στο σκοτάδι της, ξέρει πως η ελευθερία της Ζωής είναι θανάσιμος εχθρός. Η ιδέα ότι η γυναίκα που εξευτελίστηκε μπορεί να σταθεί ξανά όρθια, την εξοργίζει. Έτσι, δηλητηριάζει τον Θεόφιλο με ψέματα, πείθοντάς τον ότι η Ζωή και ο Άγγελος είναι εραστές. Το κακό βρίσκει τρόπο να μεταμφιεστεί σε τιμή. Ο Θεόφιλος, πνιγμένος στην παράνοια, εξαπολύει επίθεση που θυμίζει περισσότερο θηρίο παρά άνθρωπο.
Η σύγκρουση τους δεν είναι πια για έναν γάμο ή για εκδίκηση. Είναι για τον έλεγχο της αφήγησης. Για χρόνια, ο Θεόφιλος μιλούσε και η Ζωή σιωπούσε. Τώρα, εκείνη του επιστρέφει τη σιωπή – ψυχρή, καθαρή, αδιαπέραστη. Η σκηνή αυτή δεν είναι απλώς τηλεοπτική. Είναι καθρέφτης κάθε γυναίκας που κάποτε έμαθε να σωπαίνει για να επιβιώσει και τώρα αποφασίζει να ακουστεί, έστω με ένα βλέμμα.
Η στιγμή που τίποτα δεν είναι πια το ίδιο
Η κραυγή του Θεόφιλου «Θα σε αφανίσω!» δεν έχει πια δύναμη. Αντίθετα, αποκαλύπτει τον φόβο του. Γιατί εκείνη τη στιγμή καταλαβαίνει ότι δεν έχει πια κανένα όπλο πάνω της. Η Ζωή δεν προσπαθεί να τον πείσει, δεν του ζητά εξηγήσεις, δεν τρέχει να αποδείξει τίποτα. Και αυτή η σιωπή είναι η απόλυτη νίκη της.
Το «Να μ’ αγαπάς» δείχνει εδώ γιατί ξεχωρίζει. Δεν είναι απλώς ένα δράμα σχέσεων αλλά ένα χρονικό απελευθέρωσης. Η Ζωή δεν νικά επειδή εκδικείται. Νικά επειδή σταματά να ζει στη σκιά των άλλων. Κι αυτό, σε μια εποχή που ακόμη και στην Ελλάδα οι γυναίκες καλούνται συχνά να επιλέξουν ανάμεσα στην αποδοχή και την επιβίωση, μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ.
